Παρασκευή 22 Ιουνίου 2012

ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ ,ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΕΙΣ


  1. Ἡ ξενομανία εἶναι χωριατιά. Εἶναι προστυχιά. Εἶναι κουταμάρα. Εἶναι ἀφιλοτιμία. Εἶναι ἀφιλοπατρία. Καὶ εἶναι ξιπασιά. Καὶ εἶναι ἀμάθεια.
  2. Καὶ ἐπὶ τέλους διατί αὐτὴ ἡ κουταμάρα; Τί τοῦ χρεωστᾶτε τοῦ Ἰταλοῦ, τοῦ Γάλλου, τοῦ Γερμανοῦ διὰ νὰ δουλεύετε δι᾿ αὐτὸν καὶ νὰ τοῦ δίδετε ὅλον σας τὸ χρῆμα ποὺ κερδίζετε μὲ ἀγῶνας;
  3. Ἄλλο ραγιὰς καὶ ἄλλο Ἕλλην. Ἄλλο φραγκοπίθηκος καὶ ἄλλο Ἕλλην.
  4. Μελετᾶτε ὅλας τὰς ἐκδηλώσεις τῶν λαῶν, ἀλλὰ νὰ ἐνεργοῦν καὶ ὀλίγον τὰ ἐγκεφαλικά σας κύτταρα, πηγαίνετε εἰς ὅλον τὸν κόσμον, ἀλλ᾿ ὄχι διὰ νὰ γίνετε δοῦλοι. Μένετε ἄνθρωποι ἐλεύθεροι. Μὴ τρέχετε εἰς τὴν Εὐρώπην διψῶντες δι᾿ Ἀφέντην.(«Ἡ σύγχρονος ζωγραφική», 1902)
  5. Καὶ ἡ ἑλληνικὴ φύσις αὐτή, ἐντελῶς ἡ αὐτή, καὶ διότι εἶναι τοιαύτη, ἐγέννησεν ὅλους τοὺς θεοὺς καὶ τοὺς ἡμιθέους καὶ τοὺς ἥρωας καὶ κάτι ἀκόμη καλλίτερον ἀπὸ τοὺς θεοὺς τοὺς παρελθόντας, τοὺς παρόντας καὶ τοὺς μέλλοντας: τοὺς Ἀνθρώπους.
  6. Η Ελληνική ΓΗ διψά εκδίκησιν, δια τους ατιμασμούς αιώνων, από Βαρβάρους Ανατολής και Δύσεως, από Ξένους και ιθαγενείς.
  7. ...ἡ ἱστορία μας εἶναι ἡ μακροτέρα ὅλων καὶ ἡ περιπλοκωτέρα. Διότι ὁ Ἕλλην Ὀδυσσεὺς μεταμορφώνεται ἐξωτερικῶς κατὰ πᾶσαν ἱστορικὴν ἐποχήν... («Πρὸς τὴν Ἑλληνικὴν Ἀναγέννησιν», 1903)
  8. Διὰ νὰ ὁμιλήσῃ κανεὶς λογικὰ δι᾿ ἕνα ζήτημα ἑλληνικόν, εἴτε γλωσσικόν, εἴτε ἐθνικόν, εἴτε κοινωνικόν ἀνάγκη νὰ ἀνατρέξῃ εἰς τὸ παρελθόν, νὰ συμβουλευθῇ τὴν Ἱστορίαν.
  9. Κάνετε τὰ ἔπιπλά σας ἀπὸ ξύλα τοῦ τόπου σας, ἀπὸ τὴν ἐληά σας, ἁπλᾶ, ἥσυχα, ἥμερα, ἀναπαυτικά. Μὴν τὰ μαυρίζετε σὰν νὰ σᾶς ἀπέθαναν δώδεκα παιδιὰ εἰς τὸν τόπον ποὺ δὲν μαυρίζει οὔτε τὸ μάρμαρον εἰς χιλιάδες χρόνια. («Ἡ ξενομανία», 1903)
  10. Ὁ Εὐρωπαϊσμός, ὢν ἀπομίμησις, δὲν εἶναι πρόοδος, ἀλλ᾿ ὀπισθοδρομικότης. Πρόοδος εἶναι ἡ χειραφέτησις ἀπὸ κάθε μίμησιν, ἡ ἐλευθέρωσις ἀπὸ κάθε δουλείαν, ἡ στροφὴ πρὸς τὴν φύσιν. Ἐκεῖ ἡ ἀλήθεια, ἐκεῖ ἡ ζωή, ἐκεῖ ἡ πραγματικότης, ἐκεῖ ἡ δημιουργία, ἐκεῖ ἡ πρωτοτυπία. («Ἡ σύγχρονος ζωγραφική», 1902)
  11.  Μετὰ τὸν Λαϊκὸν ἔχομεν τὸν Θρησκευτικόν μας κόσμον. Ὁ Ἕλλην φύσει, ἐπισκεπτόμενος τὸν Θεόν, ἀποκαλύπτεται, μένει ὄρθιος, τὸν χαιρετᾷ μειδιῶν, τοῦ ὁμιλεῖ εἰς ἑνικὸν ἀριθμόν, καὶ συνομιλεῖ διὰ τοῦ τραγουδοῦντος ἱερέως καὶ ψάλτου.
  12. Καὶ εἶναι Ἀποτρόπαιον νὰ ὀνομάζωνται Ἕλληνες, οἱ τολμήσαντες μὲ ἕνα Βλαχοδήμαρχον ἐπὶ κεφαλῆς, νὰ καταβεβηλώσουν ὡς καὶ αὐτὸν τὸν Ναὸν τῆς Παρθένου, τσιμπουσιάζοντες χυδαιότατα ὀργιαστικῶς, σπῶντες τὰ Μπυροβάρελα, ἐπὶ τῶν Ἰχνῶν τῆς Χρυσελεφαντίνου Παναγίας, καταβρωμίζοντες μὲ τὰ βρωμοψωμότυρά των, τὰ Τρισάγια Λείψανα τοῦ Ὡραίου. («Νέον Πνεῦμα», 1906)
  13. "To καταχρεωκοπημένον ελληνικόν βλακόπνευμα: θρησκευτικός κοιλοτυμπανισμός, επιστημονικός κομπογιανιτισμός, εμπορικός σαραφισμός, ιδεολογικός τσουμπεδισμός, φιλολογικός φουστανελισμός........" Περικλής Γιαννόπουλος - κείμενο του 1907
  14. Κάτι θὰ ἤξευρεν ὁ ἀρχαῖος ὁ ὁποῖος ἔστησε τὸ ἀρχιτεκτονικόν του ἔργον, ὄχι διὰ νὰ ἐξευτελίσῃ τὴν φύσιν μὲ τὴν δύναμιν καὶ τὸν ὄγκον του σὰν τὸν Εὐρωπαῖον ἀλλὰ τὸ ἔγλυψεν σὰν φυσικὸν ἄνθος βράχου, ἐν ἁρμονίᾳ πρὸς τὸ περιβάλλον σὰν πρόσωπον πρὸς σῶμα, καὶ σὰν διάδημα χοροῦ ὡραίων γραμμῶν.
  15. Ἑλληνικὴ Φυλὴ τί φωνάζεις; Μπῆκαν κλέφτες στὸ μανδρί; Ἐὰν Σοῦ βαστᾷ ἔμπα διώχτους.
  16. Ὑπάρχει ἕνα καθῆκον εἰς τὸν τόπον αὐτόν. Καὶ τὸ καθῆκον αὐτὸ εἶναι νὰ μελετήσωμεν ἡμεῖς αὐτοὶ τὸν ἑαυτόν μας, τὸ παρελθόν μας, τὸ παρόν μας, διὰ νὰ γνωρίζωμεν τὶ εἴμεθα καὶ τὶ δυνάμεθα νὰ κάμωμεν καὶ πρὸς ποίας ὁδοὺς νὰ βαδίσωμεν καὶ πρὸς τὶ αὔριον, πρὸς ποῖον προσεχὲς καὶ ποῖον ἀπώτερον μέλλον. Τὸ καθῆκον αὐτὸ ἐπέβαλα πρῶτον εἰς ἐμαυτόν. («Ἡ σύγχρονος ζωγραφική», 1902)

Τὴν Μεγάλη Πέμπτη, 8 Ἀπριλίου 1910 [1], ὁ Περικλῆς Γιαννόπουλος δημιούργησε καὶ ἐκτέλεσε τὸ τελευταῖο ἔργο του -κατὰ πολλοὺς τὸ ἀποκορύφωμα τοῦ ἔργου του. Ὅπως εἶχε προσχεδιάσει μὲ κάθε λεπτομέρεια πολὺ καιρὸ πρίν [15], στεφανωμένος, γυμνός, καβάλησε τὸ ἄσπρο ἄλογό του καὶ μπῆκε μαζί του στὴν θάλασσα τοῦ Σκαραμαγκᾶ. Μὲ μία σφαίρα στὸ κεφάλι, ἐνώθηκε γιὰ πάντα μὲ τὴν ἑλληνικὴ φύσι ποὺ τόσο εἶχε ἀγαπήσει. Προηγουμένως εἶχε κάψει πολλὰ ἀνέκδοτα ἔργα του (κατὰ μαρτυρίες μιὰ ὁλοκληρωμένη ἐργασία περὶ ἀρχιτεκτονικῆς, καθὼς καὶ διηγήματα φαντασίας), λέγοντας ὅτι ἀφοῦ ἡ Ἑλληνικὴ Φύσις τὰ ἐνέπνευσε στὸν ἴδιο, θὰ τὰ ἐνέπνεε καὶ σὲ ἄλλους στὸ μέλλον. Τὸ νεκρὸ σῶμα του τὸ ἔβγαλαν τὰ κύματα στὴν στεριὰ δέκα μέρες μετά. Πρὶν ταφεῖ, δύο ἄγνωστες κυρίες, σὰν νύμφες τῆς Ἀττικῆς γῆς, στόλισαν τὸν νεκρὸ μὲ λουλούδια (ὅπως ἔγινε πολὺ ἀργότερα γνωστό, ἦταν ἡ Σοφία Λασκαρίδου).
Ὁ θάνατος -ὁ τρόπος μάλιστα τοῦ θανάτου- τοῦ Περικλῆ Γιαννόπουλου συγκλόνισε τὴν κοινωνία καὶ τὸν τύπο τῆς ἐποχῆς, τόσο ποὺ δὲν εἶχε γίνει γιὰ τὰ ἔργα του ὅσο ζοῦσε. Ἐπὶ πολλὲς ἡμέρες δημοσιεύονταν λεπτομέρειες γιὰ τὸν τρόπο τοῦ θανάτου του καὶ περιστατικὰ ἀπὸ τὴν ζωή του, ἐνῷ ποιητὲς ὅπως ὁ Παλαμᾶς, ὁ Σικελιανός, ὁ Μαλακάσης καὶ ἡ Μυρτιώτισσα τοῦ ἀφιέρωσαν ποιήματα. [15]


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου